Κρανιοεγκεφαλικές Κακώσεις (ΚΕΚ)
Δρ Βασίλειος Σλατινόπουλος
Διευθυντής Α΄ Νευροχειρουργικής Κλινικής ΙΑΣΩ Θεσσαλίας
Ιορδάνης Κ. Γεωργιάδης, Νευροχειρουργός
Επιμελητής Α΄ Νευροχειρουργικής Κλινικής ΙΑΣΩ Θεσσαλίας
Η αντιμετώπισή τους μέσα σε ένα εξειδικευμένο ιατρικό περιβάλλον αποτελεί και την εγγύηση για την πλήρη αποκατάσταση των βλαβών.
Ως Κρανιοεγκεφαλικές Κακώσεις χαρακτηρίζουμε κάθε διαταραχή της φυσιολογικής λειτουργίας του εγκεφάλου, εξαιτίας τραύματος της κεφαλής, με άμεση εμφάνιση τουλάχιστον ενός από τα κάτωθι συμπτώματα:
- Απώλεια ή πτώση του επιπέδου συνείδησης.
- Περιτραυματική αμνησία.
- Διαταραχή νοητικών λειτουργιών, π.χ. διαταραχή προσανατολισμού και σύγχυση.
Οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις έχουν χαρακτηριστεί ως η «σιωπηρή επιδημία», καθώς αποτελούν την τέταρτη κατά σειρά αιτία θανάτου στον γενικό πληθυσμό μετά τον καρκίνο, τα καρδιαγγειακά και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Είναι η πρώτη αιτία θανάτου και αναπηρίας στους νέους.
Οι ΚΕΚ είναι πιο συχνές στις πολύ μικρές παιδικές ηλικίες και ακολουθούν οι έφηβοι. Οι ηλικιωμένοι >75 ετών ασθενείς έχουν μεγαλύτερη συχνότητα εισαγωγής σε νοσηλευτικό ίδρυμα, αλλά και μεγαλύτερο ποσοστό θανάτου.
Πώς γίνεται η εκτίμηση των κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων
Η εκτίμηση της βαρύτητας της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης γίνεται σε οργανωμένο τμήμα επειγόντων περιστατικών (ΤΕΠ) από εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό. Ο πιο διαδεδομένος τρόπος εκτίμησης του επιπέδου συνείδησης του ασθενούς είναι η κλίμακα Γλασκώβης (GCS Glasgow Coma Scale), η εκτίμηση του οποίου γίνεται απαντώντας σε τρεις βασικές δοκιμασίες:
- Το άνοιγμα των οφθαλμών (αυθόρμητο, μετά από παραγγελία, μετά από επώδυνο ερέθισμα, χωρίς αντίδραση).
- Τη λεκτική αντίδραση (προσανατολισμένος, σε σύγχυση, χωρίς αντίδραση).
- Την κινητική αντίδραση (εντοπίζει σε ερέθισμα, υπακούει, χωρίς αντίδραση).
Με βάση λοιπόν την κλίμακα Γλασκώβης οι ΚΕΚ χωρίζονται σε:
Α. Ήπιες (G.C.S. 13-15)
B. Μέτριες (G.C.S. 9-12)
Γ. Βαριές (G.C.S. <8)
Οι παράγοντες κινδύνου στις πολύ μικρές ηλικίες (0-4 έτη), καθώς επίσης και στις μεγαλύτερες (>65 έτη), είναι οι πτώσεις και τα τροχαία ατυχήματα.
Επιφανειακές βλάβες των κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων
Σε μια ΚΕΚ μπορεί να συνυπάρχουν κακώσεις στο τριχωτό της κεφαλής με αποτέλεσμα, π.χ., θλαστικό τραύμα ή εκχύμωση. Η παρουσία αυτού του τύπου των βλαβών μπορεί να βοηθήσει τον νευροχειρουργό να εντοπίσει τη βλάβη και τη φύση της κάκωσης. Εκχυμώσεις σε μια περιοχή της κεφαλής είναι δυνατόν να συνοδεύονται από εγκεφαλικές θλάσεις. Για παράδειγμα, εκχυμώσεις στην περιοχή του κροτάφου μπορεί να συνοδεύονται από επισκληρίδιο αιμάτωμα.
Όσο πιο βαριά είναι η κλινική εικόνα του ασθενούς με ΚΕΚ τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να υπάρχουν κατάγματα στο κρανίο. Αυτομάτως αυτό υποδηλώνει και πιθανή παρουσία αιματώματος εντός του εγκεφάλου. το οποίο χρήζει άμεσης διερεύνησης.
Τι είναι η Διάσειση
Ο όρος διάσειση αναφέρεται κυρίως σε παροδική διαταραχή της φυσιολογικής λειτουργίας του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα απώλεια συνείδησης, λιποθυμικό επεισόδιο με πτώση στο έδαφος ή ακόμα και παροδική παύση της αναπνευστικής λειτουργίας. Η διάσειση λαμβάνει χώρα άμεσα μετά την κάκωση και τα συμπτώματα αυτής συνήθως είναι αναστρέψιμα, μπορεί όμως να παραμείνουν συμπτώματα, όπως ζάλη, κεφαλαλγία, μειωμένη συγκέντρωση, ακόμα και ένα έτος μετά.
Διάγνωση της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, η διενέργεια αξονικής τομογραφίας εγκεφάλου χωρίς ενδοφλέβια χορήγηση σκιαγραφικού ενδείκνυται σε όλους τους ασθενείς που εμφανίζουν απώλεια συνειδήσεως ή μετατραυματική αμνησία.
Επίσης, ασθενείς οι οποίοι αναφέρουν εμμένουσα κεφαλαλγία, εμετό, κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών και γενικά εστιακή νευρολογική σημειολογία χρήζουν ελέγχου με αξονική τομογραφία εγκεφάλου. Ασθενείς με ιστορικό στεφανιαίας νόσου που λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες κινδύνου να εμφανίσουν κάποιου είδους ενδοεγκεφαλική βλάβη.
Εφόσον ο απεικονιστικός έλεγχος αναδείξει τραυματική κάκωση η οποία αντιμετωπίζεται χειρουργικά, ο ασθενής οδηγείται στο χειρουργείο, ενώ, σε περίπτωση όπου ο έλεγχος αποδειχθεί αρνητικός για βλάβη, ο νευροχειρουργός δύναται να παρακολουθήσει τον ασθενή για μερικές ώρες, έως και 24 ώρες, και εν συνεχεία ο ασθενής να λάβει εξιτήριο με οδηγίες για επανέλεγχο.